Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα δημοκρατία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα δημοκρατία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Μαΐου 13

Δεν Ξεχνώ... Ακόμη είμαι Ελεύθερος. Μπορώ.


Δεν Ξεχνώ ότι ...

1ον Για άλλα ψηφίζω, και άλλα μου κάνουν.
2ον Όταν με ρωτούν, δεν με υπολογίζουν.
3ον Με δεσμεύουν, δίχως να με ενημερώνουν.
4ον Όταν διεκδικώ με καθυβρίζουν.
5ον Προσβάλλεται η Δημοκρατία και η Πλειοψηφία.
6ον Υπερασπίζομαι Ελληνικές Αξίες, Ήθη και Ελπίδες.
7ον Είμαι Ελεύθερος να Πιστεύω.
8ον Τίποτα δεν ξεπουλώ, Αλήθεια, Οικογένεια, Δικαιοσύνη και Πατρίδα.
9ον Είναι Καθήκον μου να πάω στην κάλπη να ψηφίσω.

Τρίτη, Απριλίου 30

Στο Όνομα της Δημοκρατίας.


Φίλη-Φίλε, πληγώθηκες απ' τους πολιτικούς.
Δεν μπορείς να καταλήξεις, ποιον να ψηφίσεις.
Μα δεν φαντάζομαι να προτιμάς την αποχή,
να είσαι αδιάφορος πολύ,
και κάποιοι άλλοι, άγνωστοι σε σένα,
να σε αγνοούν  και εσύ να τους αφήνεις,
να αποφασίζουν για το Δικό Σου Μέλλον;

Δεν είναι ώρα για αστεία τώρα πια,
πόσα πειράματα αντέχει η ζωή σου;
Να φεύγουν τα παιδιά στην ξενιτιά;
Και στην Ελλάδα όσοι μένουν
εδώ κι εκεί να βολοδέρνουν, χωρίς δουλειά;

Από τα κόμματα που έχεις να επιλέξεις;
ποιος θα μπορούσε για το μέλλον, το καλύτερο να εγγυηθεί;
και στην Ελλάδα προοπτική να ξαναδώσει;
Τα ψηφοδέλτια, να δεις προσεκτικά.
Αυτοί που την δική σου ψήφο, σου ζητούν την ιερή,
είναι απλά παιδιά του κόμματος;
Ή έχουν και εκτός του κόμματος κάτι καλό να παρουσιάσουν;

Τετάρτη, Ιουνίου 11

«Μαύρο» και Δημοκρατία, δύο ασύμβατες έννοιες

Από: http://ecoleft.gr/2014/06/#article


ertΠρόδρομου Θεοδουλίδη Επικοινωνιολόγου, Msc

Το διάγγελμα του κυβερνητικού εκπροσώπου Σίμου Κεδίκογλου και η αντίστροφη μέτρηση για την ΕΡΤ, πριν ακριβώς ένα χρόνο, δεν τερμάτισε αιφνιδίως απλά τον κύκλο ζωής της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης. Έναν κύκλο, που έκλεινε μέσα του όλη τη σύγχρονη ιστορική διαδρομή των Ελλήνων και που με έναν σπάνια συναισθηματικό και ουσιαστικό τρόπο μετέδιδε σε όλη τη οικουμένη.
Η απόφαση του πρωθυπουργού είχε έναν βαθύτατα συντηρητικό συμβολισμό και στόχευε κατευθείαν στην καρδιά ενός ζωντανού οργανισμού για τη συνείδηση του ελληνικού λαού.
Η 11η Ιουνίου 2013 ομολογουμένως, στιγμάτισε τη νεότερη ελληνική ιστορία, τραυματίζοντας βαθύτατα το κύρος της δημοκρατίας μας. Είναι βέβαιο, πως οι διαθέσεις (για το μέγεθος της συνταγματικής εκτροπής που μπορεί να διεκπεραιωθεί) της τρικομματικής τότε συγκυβέρνησης, δεν έγιναν μόνον αντιληπτές στο εσωτερικό της χώρας.
Η ιδιαιτερότητα του «μαύρου» στάθηκε πραγματική απειλή και για τους ίδιους τους εμπνευστές του, οι οποίοι ένιωσαν υπό τη λαϊκή πίεση των ημερών, το φόβο της πρόωρης κατάρρευσης. Επί μέρες, αναζητούνταν η πατρότητα του όλου εγχειρήματος μεταξύ κυβερνητικών κύκλων και διαδρόμων του Μαξίμου, απορρέοντας τεχνηέντως την ευθύνη στην τήρηση των μνημονιακών δεσμεύσεων. Κάπως έτσι, μέτρησε η κυβέρνηση έναν εταίρο λιγότερο.
Το κλείσιμο της ΕΡΤ, δεν άφησε κανέναν Έλληνα ασυγκίνητο. Θέμα πολλών εβδομάδων για δημόσια συζήτηση σε τηλέ-παράθυρα, αντικείμενο κουβέντας σε χώρους εργασίας και ψυχαγωγίας, αλλά και σημαντική αφορμή για τη μαζική συσπείρωση και την αντίσταση των πολιτών. Σε μια χρονική συγκυρία κρίσιμη για την εδραίωση των αντιλαϊκών μέτρων και της βίαιης επίθεσης που δέχτηκαν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα, (για αυτά μιλούμε, κι όχι για τυχόν κατά φαντασία) ατομικά και εργασιακά δικαιώματα του Ελλήνων.
Ανεξαιρέτως, πολιτικής κατεύθυνσης και ιδεολογικού προσανατολισμού, χιλιάδες πολίτες, βρέθηκαν στο δρόμο, κατέκλυσαν το Ραδιομέγαρο, υποστήριξαν ηθικά τη συνέχιση του τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού προγράμματος, εγγυήθηκαν με τη συμμετοχή τους κάθε δράση για την προάσπιση του δημόσιου χώρου.
Έστειλαν με σαφήνεια το μήνυμα ότι, ο λαός όταν είναι ενωμένος και ομόψυχος μπορεί να είναι πολιτισμικά παραγωγικός, εθνικά δημιουργικός και κοινωνικά αλληλέγγυος.
Ας μην λησμονούμε, πως πολλοί εκ των συμπολιτών μας, που βρέθηκαν πλάι στον αγώνα των εργαζομένων της ΕΡΤ ήταν άνεργοι-ες πατέρες και μητέρες, νέοι-ες, φοιτητές-τριες.
Αν ασπαστούμε πως εθνικό είναι το αληθές, σε ποια αλήθεια άραγε μας προέτρεψε η κυβέρνηση να πιστέψουμε, στην αλήθεια των μεθοδολογικών αναλύσεων έναντι της καθημερινότητας των ανθρώπων;. Ποια πραγματικότητα μας επεφύλαξε να ζήσουμε, αυτή της ποιοτικής υποβάθμισης, ακόμα και στέρησης των δημοσίων αγαθών;. Ή μήπως τελικά, μας ρώτησε ποια αλήθεια δεχόμαστε, εκείνη των δανειστών ή του κυρίαρχου λαού μας και της δημοκρατίας μας!
Κανένας, δεν αμφέβαλλε για τα δομικής φύσεως προβλήματα και τις αδυναμίες που παρουσίαζε η δημόσια Ραδιοτηλεόραση. Η μετατροπή της, συχνά σε όχημα ικανοποίησης των εκάστοτε κυβερνητικών ορέξεων από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, ήταν αδιαμφισβήτητη. Μήπως όμως, την εξαίρεσε ποτέ κανείς, από την προβληματική ολόκληρου του κρατικού μηχανισμού.
Η παρακμή μιας δημόσιας επιχείρησης, δεν πρέπει να λογίζεται εκτός του κάδρου της ηθικής και πολιτισμικής κρίσης που βιώνουμε εντός των τειχών της χώρας μας. Για να είμαστε όμως δίκαιοι, πρέπει να είμαστε και συγκεκριμένοι. Η «μαγική» εικόνα της ΕΡΤ των χρυσών συμβολαίων και της κομματικής-πελατοκεντρικήςισορροπίας, πόρρω απέχει από εκείνη της φιλότιμης συμβολής των εργαζομένων της σε ένα συνεργατικό -πολιτισμικού χαρακτήρα- προϊόν.
Ο ρόλος της αξιοσημείωτος και η λειτουργία της ζωτική, ως συνεκτική ουσία των πολιτών (θεατών και ακροατών) με τη δημόσια ζωή και τις επιμέρους σκηνές της. Θεμελιακό δικαίωμα κάθε πολίτη δημοκρατικής χώρας, συνταγματικά δεσμευτική υποχρέωση κάθε δημοκρατικής πολιτείας.
Η κυβερνητική προπαγάνδα για τη ραδιοτηλεοπτική οντότητα της ΕΡΤ, δεν έπεισε κανέναν. Όχι μόνον κατέπεσε πανηγυρικά, διότι έμεινε σε μια απλή διαπίστωση και μόνον, προκειμένου να επιτευχθεί ο -ορατός διά γυμνού οφθαλμού- στόχος, αλλά διότι κανένας σχεδιασμός δεν προηγήθηκε του αδικαιολόγητου κλεισίματος της. Η κυβέρνηση χωρίς τη λαϊκή νομιμοποίηση, επικαλούμενη την ανάγκη αναδιάρθρωσης της ΕΡΤ, ως μιας εκ των κρατικών επιχειρήσεων στη μακρά λίστα των δανειστών, μεθόδευσε τη μείωση του λειτουργικού της κόστους, μέσω των απευθείας απολύσεων και του «μαύρου».
Μπορεί, ο κ. Κεδίκογλου να μην βρίσκεται σήμερα στην κυβέρνηση, όπως αύριο θα συμβεί και με άλλους, ωστόσο η ιστορία του τόπου μας έγραψε με μελανά γράμματα, τούτη τη σελίδα. Για τη δικομματική πια κυβέρνηση και τους αμετανόητους ομοϊδεάτες της, πρέπει να καταστεί σαφές ότι, όπως κάθε μικρό ή μεγάλο πρόβλημα, δεν λύνεται με την αποσιώπησή του, έτσι και οι παθογένειες τηςΔημοκρατίας μας, δεν γιατρεύονται με την κατάλυση και την κατάργησή της. Το ψευδεπίγραφο ερώτημα, που τέθηκε τον περασμένο Ιούνη για το τι Δημόσια Ραδιοτηλεόραση θέλουμε, συνιστά ερώτημα για το τι Δημοκρατίαθέλουμε και μπορούμε να έχουμε ως ελληνική κοινωνία και προσμένει την απάντηση για τη Δημοκρατία πουμπορούμε να εμπνεύσουμε στην Ευρώπη των λαών.

Τετάρτη, Ιουλίου 25

Democracy

Γράφει η Άννα Δαμιανίδη για το protagon.gr


Γιορτάζουμε τη Δημοκρατία συνήθως τέτοιες μέρες. Ήμασταν συνήθως τόσο χαρούμενοι που αποφεύγαμε τα δυσάρεστα θέματα. Ας πούμε, πώς ήρθε η Δημοκρατία; Ήρθε επειδή η χούντα έπεσε, κι είχαμε την τύχη να υπάρχει ο Καραμανλής. Και πώς έπεσε η χούντα; Έπεσε επειδή πήγε να κάνει πόλεμο στην Κύπρο και τον έχασε. Δυσάρεστο, πολύ δυσάρεστο. Δεν το αναλύσαμε ποτέ επαρκώς.

Εκείνες τις μέρες εγώ στα 21 μου δεν είχα πάει να υποδεχτώ τον Καραμανλή στο αεροδρόμιο. Είχα πάει να υποδεχτώ τον Μίκη Θεοδωράκη. Αν καταλάβαινα καλύτερα τι συνέβαινε, θα πήγαινα στον Καραμανλή, αν μπορούσα να φανταστώ το μέλλον δεν θα πήγαινα στον Θεοδωράκη. Ας είναι. Γυρνούσα στους δρόμους ξυπόλητη, από πάθος, να νιώσω τη γη, δηλαδή την άσφαλτο που μου είχε κάψει τις πατούσες, τέτοια τρέλα, όμως δεν είχα αρκετό μυαλό να καταλάβω τι ακριβώς συνέβαινε. Και μιλάμε για κάτι μέρες που ο περισσότερος κόσμος ήταν με αυτοκίνητα και κόρναρε, πράγμα που δεν μου άρεσε καθόλου. Νομίζω  ότι δήλωνε πολλά, εκείνη η ουρά των πολιτών σε αυτοκίνητα που κόρναραν, δήλωνε την απόφαση να απολαύσουμε τη Δημοκρατία από το ΙΧ. Εγώ ήθελα πιο άμεσα και μαζικά πράγματα. Ωραία ήταν τα νιάτα, αλλά να που χρειάστηκε να γεράσω για να μπω στο νόημα.

Η Κύπρος λοιπόν. Μάλλον πρώτα το Πολυτεχνείο, το οποίο απέδειξε ότι η Χούντα δεν είχε λαϊκό έρεισμα, η προσπάθεια φιλελευθεροποίησης που είχε κάνει δεν είχε πείσει κανέναν. Και καμιά φορά αναρωτιέμαι, μήπως ήμασταν κι εμείς οι νέοι υπερβολικοί τότε; Αν είχαμε αφεθεί να πειστούμε από κείνη την προσπάθεια, μήπως θα ήταν καλύτερα; Μήπως θα είχε γίνει πιο ήρεμα το πέρασμα, θα είχε γλιτώσει η Κύπρος την κατοχή τόσα χρόνια, θα ερχόταν η Δημοκρατία πιο ομαλά, όπως ας πούμε στην Ισπανία;

Μην πέσετε να με φάτε γι αυτή την ομολογία των αμφιβολιών και ερωτημάτων μου. Εξάλλου η ιστορία δεν γράφεται με ΑΝ. Τα πράγματα ήταν τότε πολύ διαφορετικά. Κι εμείς οι νέοι, που είχαμε αποκτήσει εξουσία χωρίς να το καταλάβουμε, απλώς γελούσαμε τότε με τις προσπάθειες του Μαρκεζίνη. Είχαμε φορτώσει, που λένε, από τα προηγούμενα χρόνια. Δεν υπήρχε περίπτωση να στέρξουμε. Έπαιζε νομίζω ρόλο πια και η αισθητική, πράγμα που ποτέ δεν αναλύθηκε επαρκώς και το υποτιμάμε. Έπαιζε ρόλο, για μας, η ευρωπαϊκή συγκυρία. Εμείς είχαμε χάσει το Μάη μας κι ο Μαρκεζίνης μας έλεγε διάφορα ιερατικά μουχλιασμένα, δεν υπήρχε περίπτωση να τον ακούσουμε.

Κι έτσι φτάσαμε στο Πολυτεχνείο, που έγινε με λίγο κόσμο, αλλά είχε αυτή την ακτινοβολία που είχε. Το είχαν στηρίξει, πριν συμβεί, τα ξερονήσια και τα βασανιστήρια, η Ασφάλεια, η καταπίεση στην καθημερινότητα, και η επίσημη κακογουστιά που προσέβαλε τον κόσμο. Μπορεί να μην είμαστε πολύ καλλιεργημένος λαός, αλλά εκείνο το άθλιο επίπεδο ως επίσημη πρόταση, η Δέσποινα κι ο Παττακός, και οι γιορτές πολεμικής αρετής των Ελλήνων, ε, πήγαινε πολύ. Από τον ηγεμόνα περιμένεις και μια εικόνα που να εμπνεύσει σεβασμό. Κι αυτό δεν το είχαν καταφέρει ούτε μια μέρα οι κολονέλοι. Φόβο ναι, σεβασμό ποτέ.

Εκεί είχαν την ιδέα της Κύπρου οι χουντικοί. Τη δουλειά που ξέρανε, τον πόλεμο. Σου λέει, αποτύχαμε στον έρωτα, let’s make war! Ξεκίνησαν τον πόλεμο που έχασαν με καταπληκτική ταχύτητα, κι έπεσαν. Τόσο απλά.

Τελευταία υπόθεση, τελευταίο ΑΝ: Αν είχαν κερδίσει τον πόλεμο, τι θα είχε γίνει; Τώρα βέβαια, τι εννοούμε να τον είχαν κερδίσει; Η Κύπρος είχε τουρκικό πληθυσμό, τι θα τον έκαναν δηλαδή οι νικητές; Τέτοιοι που ήταν, δεξιοί σκληροί εθνικιστές, δεν υπήρχε περίπτωση να μην χάσουν τον πόλεμο τελικά, ακόμα κι αν στην αρχή νικούσαν, γιατί θα είχαν εναντίον τους παγκόσμια κατακραυγή.  Το πραξικόπημα του Σαμψών είχε αρχίσει με επιθέσεις σε αμάχους, όπως ακόμα δεν έχουμε παραδεχτεί. Άρα ο πόλεμος αυτός ήταν χαμένος από χέρι, και καλύτερα που χάθηκε γρήγορα, σε τελική ανάλυση.

Δεν ξέραμε τότε ακόμα τι τεράστιο και σπάνιο μέγεθος ήταν ο Καραμανλής. Ο πολιτικός της δεξιάς είχε αλλάξει ζώντας στη Γαλλία. Αυτός ήταν για μας ο καθρέφτης που δεν μας πρόσβαλε, που μπορούσε να επιβάλει σεβασμό, και που σεβόταν την έννοια της Δημοκρατίας. Μας είχε κακοφανεί στην αρχή, Καραμανλής ή τανκς; Αυτή η φράση υποτιμούσε τον Καραμανλή. Πλήρωσε πολύ στη διάρκεια της εξουσίας του τις αμαρτίες της κυρίαρχης δεξιάς των προηγούμενων χρόνων. Τις πλήρωσε επειδή, πραγματικά, εκείνη η Δημοκρατία του ’74, που ήρθε χωρίς να καταλάβουμε εντελώς τη διαδικασία, ήταν απόλυτη, ήταν αληθινή, ήταν αυτή που άνοιξε τα ξερονήσια, τις φυλακές, σήκωσε τους χιτώνες κι έδειξε τις πληγές, έβγαλε τις αλήθειες στο φως, αν και κράτησε κάπως στη σκιά την ίδια την ουσία των λαθών που την εξασφάλισαν, την ιστορία της Κύπρου.

Φτάσαμε μετά τόσα χρόνια να εξιδανικεύουν τη χούντα μερικοί. Νομίζουν ότι η χούντα ήταν απλώς μια σιδηρά εξουσία που επέβαλε το σωστό, χαχά! Σου λένε, μια χούντα χρειάζεται. Φτάσαμε να βγάλουμε ναζί στη Βουλή θριαμβευτικά, να ανεχόμαστε τον καθημερινό φασισμό του ενός και του άλλου. Δεν ξέρω τι να πω που να αρχίζει από «πρέπει». Άλλοι το καταφέρνουν καλύτερα. Πρέπει πολλά να γίνουν για να μην κυριαρχήσει ο φασισμός που ήδη κερδίζει σε πολλά σημεία. Και δεν είμαι αισιόδοξη. Συχνά περπατώ στους δρόμους της πόλης αυτής, καθόλου ξυπόλητη πια και με πιάνουν τα κλάματα καθώς αντικρίζω εικόνες και σκηνές βαρβαρότητας που διαψεύδουν τις ελπίδες, τις προσδοκίες μας, αυτά που νομίζαμε ότι μας αξίζουν. Δεν ξέρω τι να πω. Καλό κουράγιο μόνο.

Το βιβλίο της Άννας Δαμιανίδη «Το ωραιότερο πράγμα του κόσμου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ποταμός

Πηγή : protagon.gr

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 10

Το Μνημόνιο, ο φόβος και η δημοκρατία






Άρθρο του Σταύρου Λυγερού για την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

Το 2010 έθεσαν στον ελληνικό λαό το δίλημμα «Μνημόνιο ή χρεοκοπία». Το 2011 του έθεσαν το «Μεσοπρόθεσμο ή δραχμή» και τώρα του θέτουν το «διάσωση ή χρεοκοπία». Πρόκειται για παραλλαγές του ίδιου εκβιαστικού διλήμματος, που επιδέχεται μία μόνο απάντηση. Είναι ο γνωστός μονόδρομος της κυβερνητικής -και όχι μόνο- ρητορικής.

Ορισμένοι εξ αυτών δεν περιορίζονται στα όρια της φθηνής - αντιαισθητικής προπαγάνδας που στηρίζεται στην άμετρη κινδυνολογία. Καταφεύγουν και στην ιδεολογική τρομοκρατία, χαρακτηρίζοντας «εθνική προδοσία» τη διαφορετική άποψη! Δεν ακυρώνουν μόνο την έννοια της πολιτικής, αλλά και την ίδια τη δημοκρατία. Αναμενόμενο. Η θεραπεία - σοκ στηρίζεται αποκλειστικά στην καλλιέργεια του φόβου και γι’ αυτό είναι από τη φύση της ασύμβατη με τη δημοκρατία. Υπενθυμίζουμε ότι πρωτοεφαρμόστηκε στη Χιλή με εργαλείο τα τανκς του Πινοσέτ. Στη σημερινή Ελλάδα δεν υπάρχει ο φόβος των τανκς. Καλλιεργείται συστηματικά, όμως, ο «μεταμοντέρνος» φόβος ότι το πιο μικρό «όχι» στην τρόικα θα οδηγήσει σε ολοκληρωτική καταστροφή. Είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος να παραλύουν και να κατακερματίζουν την κοινωνία.

Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι «χρεοκοπία ή διάσωση», αλλά εάν το νέο πακέτο (PSI, δανειακή σύμβαση και νέο Μνημόνιο) έχει τις προϋποθέσεις να αποτρέψει τη χρεοκοπία και να ανατάξει την οικονομία. Καθόλου τυχαίο ότι η επίσημη συζήτηση δεν εστιάσθηκε στο καθοριστικό για το μέλλον της Ελλάδας αυτό ερώτημα, αλλά σε επιμέρους πτυχές, όπως οι συντάξεις και ο κατώτατος μισθός. Καθόλου τυχαίο, επίσης, ότι οι σταυροφόροι του Μνημονίου προβάλλουν μονομερώς και με κραυγαλέα υπερβολή τις αρνητικές συνέπειες της παύσης πληρωμών, αλλά αποφεύγουν επιμελώς να πουν πού οδηγεί το νέο πακέτο.

Στο σημείο που έχει φθάσει η Ελλάδα όλοι οι δρόμοι είναι δύσβατοι. Μία ορθολογική συζήτηση θα έπρεπε να βάλει νηφάλια στο τραπέζι τα συν και τα πλην κάθε πολιτικής, ώστε να επιλέξουμε το μικρότερο κακό, την πολιτική που έχει συνδυαστικά το μεγαλύτερο οικονομικό αποτέλεσμα και το μικρότερο κοινωνικό κόστος. Το πολιτικό σύστημα δεν διεξάγει μία τέτοια συζήτηση για τον ίδιο λόγο που δεν επεξεργάσθηκε ένα ρεαλιστικό εθνικό σχέδιο για την ανάταξη της οικονομίας.

Η άποψή μας επιγραμματικά είναι πως με το νέο πακέτο θα συμβεί ό,τι με το πρώτο Μνημόνιο. Θα αγοράσουμε πανάκριβα χρόνο, αλλά δεν θα αποτρέψουμε τη χρεοκοπία. Αντιθέτως, θα τη βρούμε μπροστά με πολύ δυσμενέστερους όρους. Παρά τα αντικοινωνικά μέτρα, η οικονομία θα βυθισθεί βαθύτερα στον φαύλο κύκλο της ύφεσης, με αποτέλεσμα τον εκτροχιασμό του προγράμματος. Ο εκτροχιασμός θα προκαλέσει δυναμική ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας - κατάρρευσης, η οποία πιθανότατα θα πετάξει την Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης. Η Ελλάδα, γεμάτη οικονομικά και κοινωνικά ερείπια, θα έχει στερηθεί τη δημόσια περιουσία και τα εργαλεία που είναι αναγκαία για την ανασυγκρότησή της. Με άλλα λόγια, θα καταστεί για πολλά χρόνια έρμαιο των δανειστών της. Κι αυτά, εάν δεν μεσολαβήσει κοινωνική έκρηξη.

Πηγή : kathimerini.gr


Κοινωνική Ενημέρωση: Θέσεις εργασίας

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *